24/10/2002
"ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ' ΟΜΙΛΙΑ κ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΠΑΠΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ 100 ΧΡΟΝΩΝ Α.Ε. ΤΣΙΜΕΝΤΩΝ 'ΤΙΤΑΝ' 24 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2002, ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ"
Για να γιορτάσουμε τα 100 χρόνια του Τιτάνα - αλλά και της Ελληνικής Τσιμεντοβιομηχανίας - διαλέξαμε συνειδητά την ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ως κύριο θέμα των εκδηλώσεων που οργανώσαμε σε πέντε διαφορετικά σημεία της χώρας. Προβάλαμε δε, όσο γινόταν, την κοινωνική προσφορά τοπικών ομάδων εθελοντών, που παράγουν έργο πρωτοποριακό και ποιότητας. Επίσης καθιερώσαμε το Βήμα του Μεταπτυχιακού Φοιτητή με στόχο την πιο ουσιαστική επικοινωνία και συνεργασία των φοιτητών με την Ακαδημαϊκή και την Επιχειρηματική Κοινότητα.
Την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη δεν την επιλέξαμε απλά και μόνο ως έννοια που έγινε επίκαιρη τον τελευταίο καιρό. 'Αλλωστε, η ανθρωποκεντρική πολιτική του Τιτάνα και η κοινωνική του προσφορά υπήρξαν βασικά χαρακτηριστικά των εκατό χρόνων δράσης του.
Πιο πρόσφατα, ο Τιτάν εντάχθηκε, από την ίδρυσή της, στην ομάδα του Προέδρου Jacques Delors "κατά του Κοινωνικού Αποκλεισμού" , υπήρξε εκ των ιδρυτών του Ελληνικού Δικτύου Κοινωνικής Συνοχής και ήδη, πριν από λίγους μήνες, προσυπέγραψε τη διεθνή πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών κ. Kofi Annan, γνωστή ως "Global Compact" , δηλαδή Οικουμενικό Σύμφωνο.
Ο βασικός λόγος που επιλέξαμε σήμερα ως θέμα την "Εταιρική Ευθύνη και Κοινωνική Αλληλεγγύη" είναι ότι, ατενίζοντας το μέλλον, βλέπουμε ορισμένα κοινωνικά φαινόμενα - Ευρωπαϊκά και διεθνή, πόσο μάλλον Ελληνικά - να εξελίσσονται αναπόφευκτα προς το χειρότερο. Οδηγούμεθα δηλαδή σε προβλήματα τέτοιας έκτασης ώστε δεν θα μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε ούτε με τα συνήθη πολιτικά μέσα, ούτε με τις παραδοσιακές διαδικασίες της δημόσιας διοίκησης.
Πιστεύουμε ότι η Επιχειρηματική Κοινότητα μπορεί - και οφείλει - να συμβάλει στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων και μάλιστα σε συνεργασία με την Κοινωνία Πολιτών , θέμα που θα αναπτυχθεί στην αποψινή μας εκδήλωση.
Το πρώτο πρόβλημα στο οποίο θα αναφερθώ, είναι το εντεινόμενο διεθνές φαινόμενο της μαζικής μετανάστευσης. Ήδη σήμερα, κατά τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, 120 εκατομμύρια οικογένειες, δηλαδή μισό δισεκατομμύριο άνθρωποι, έχουν εγκαταλείψει την πατρίδα τους, αναζητώντας αλλού πιο ανθρώπινη ζωή. Το φαινόμενο αυτό θα συνεχισθεί, αναπόφευκτα, και θα ενταθεί για τους εξής βασικούς λόγους:
Πρώτος λόγος: Το χαμηλό βιοτικό επίπεδο της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού του πλανήτη μας. Κατά τον ΟΗΕ, ο μισός πληθυσμός της Γης ζει με ημερήσιο εισόδημα μικρότερο των 2 δολλαρίων κατ' άτομο.
Δεύτερος λόγος, η κραυγαλέα άνιση κατανομή του πλούτου που δημιουργήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Ακόμη και αν εξαιρέσουμε την Αφρική που έχει υποστεί αλλεπάλληλες συμφορές, μεγάλη μερίδα του πληθυσμού της Γης δεν έχει καθόλου ωφεληθεί, μέχρι στιγμής, από την εντυπωσιακή παγκόσμια ανάπτυξη.
Τρίτος λόγος, οι ανησυχητικές δημογραφικές προβλέψεις για τις προσεχείς δεκαετίες. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι ο πληθυσμός της Γης θα αυξηθεί από τα σημερινά 6 στα 9 δισεκατομμύρια κατοίκους μέσα στα προσεχή 50 χρόνια.
Τέλος - και ειδικότερα για την Ευρώπη, άρα και για τη χώρα μας - η δρομολογούμενη διεύρυνση της Ένωσης προς περιοχές πολύ χαμηλότερου βιοτικού επιπέδου. 'Οταν αυτή ολοκληρωθεί, ο πληθυσμός της θα φθάσει τα 500 εκατομμύρια κατοίκους.
Θα πρέπει εδώ να λάβουμε υπόψη την καταστατική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ελευθερία κίνησης των πολιτών της σε όλη την έκτασή της.
Ασφαλώς η μετανάστευση μπορεί - υπό προϋποθέσεις - να έχει και θετική επίδραση στην οικονομία και το όλο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, ιδιαίτερα σε χώρες που πάσχουν από υπογεννητικότητα, είναι όμως βέβαιο ότι θα επιβαρύνει το όλο κοινωνικό κλίμα.
Εκτιμάται έτσι ότι, παρά τις υποσχετικές δηλώσεις των πολλών αλλά και τις φιλότιμες προσπάθειες των ολίγων, η σημερινή άναρχη πορεία της μετανάστευσης θα συνεχισθεί και θα ενταθεί, με όλα τα αρνητικά φυσικά επακόλουθα, κοινωνικά, εργασιακά, θεσμικά και άλλα.
Υπάρχουν δυστυχώς και άλλοι λόγοι, σοβαρότατοι λόγοι, για τους οποίους επικεντρώνουμε σήμερα την προσοχή μας στην Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη.
Θα αναφερθώ πρώτα στο μεγάλο και διαρκές πρόβλημα της Ανεργίας.
(Αντιπαρέρχομαι το γεγονός ότι, στη χώρα μας, η ανεργία και η απασχόληση δεν μπορούν καν να μετρηθούν - μπορούν μόνο να εκτιμηθούν - λόγω της μεγάλης έκτασης της παραοικονομίας για την οποία, εξ ορισμού, δεν υπάρχουν στοιχεία).
Οι οικονομολόγοι πάντως εκτιμούν ότι στην Ελλάδα (και όχι μόνο...), η μόνιμη και διαρθρωτική ανεργία είναι υπερδιπλάσια του στόχου που θεωρούν επιθυμητό και εφικτό.
Κάθε χρόνο, λοιπόν, για την καταπολέμησή της, τίθεται το ερώτημα της ακολουθητέας κυβερνητικής πολιτικής. Και επί δεκαετίες ήδη, ακούμε λίγο-πολύ κάθε χρόνο υποσχέσεις και δηλώσεις για μέτρα ή κίνητρα για την ενθάρρυνση των προσλήψεων.
Δεν φαίνεται να έχει απασχολήσει τους αρμόδιους η απλή και πρακτική σκέψη ότι μια σημαντική αύξηση του αριθμού των θέσεων εργασίας στην Οικονομία μας, και αν μπορούσε να επιτευχθεί προσεχώς, θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε εισροή αντίστοιχου αριθμού λαθρο-μεταναστών, τόσο από τα χερσαία όσο και από τα θαλάσσια σύνορά μας, όπως έγινε και στο παρελθόν και γίνεται και σήμερα .
Η μόνη πραγματικά "διαρθρωτική" λύση του προβλήματος της "διαρθρωτικής" ανεργίας - δύσκολη βέβαια και χρονοβόρα, πλην όμως αποτελεσματική - είναι να αναβαθμίσουμε την επαγγελματική κατάρτιση, αναβαθμίζοντας όμως παράλληλα και το γνωστικό περιεχόμενο των θέσεων εργασίας. Θα είχαμε έτσι διττό όφελος για την Οικονομία μας : Αύξηση της Απασχόλησης και, συνάμα, βελτίωση της Παραγωγικότητας.
Αυτή η σκέψη, Κυρίες και Κύριοι, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο συνεργασίας Κράτους και Επιχειρηματικής Κοινότητας - αλλά και στόχο Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης.
Τα επερχόμενα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα, ωστόσο, δεν εξαντλούνται με τα θέματα Μετανάστευσης και Ανεργίας. Υπάρχουν και άλλα - πιο δύσκολα και πιο σύνθετα από τη φύση τους - που απαιτούν ουσιαστική Επικοινωνία, Κατανόηση και, πάνω απ'όλα, Ανθρωπιά.
Ας θυμηθούμε ότι, στο Δυτικό Κόσμο, τα τελευταία πενήντα χρόνια, η προσδοκώμενη μέση διάρκεια ζωής αυξάνεται διαρκώς, συνεχίζει δε την πορεία της αυτή με ρυθμό ενός πρόσθετου έτους ζωής ανά τετραετία. Εκτιμάται έτσι ότι, στην Ευρώπη και, βέβαια, και στην Ελλάδα, σε λίγες μόνο δεκαετίες, θα έχει ανατραπεί η ηλικιακή ισορροπία της κοινωνίας μας που θα αποκτήσει μεγάλη αναλογία γερόντων, οι οποίοι θα χρειάζονται πολλαπλή φροντίδα...
Θα αναφερθώ όμως και σ' ένα άλλο φαινόμενο, στο αυξανόμενο πλήθος των "αδύναμων", δηλαδή των μειονεκτούντων ατόμων και των άτυχων πολιτών που είναι εξ ορισμού εξαρτώμενοι. Στην κατηγορία αυτή, πέραν των απροστάτευτων παιδιών, ανήκουν οι ψυχοπαθείς, αλκοολικοί και ναρκομανείς, οι πάσχοντες από AIDS, οι άνθρωποι με βεβαρυμένο ποινικό μητρώο, που δυσκολεύονται να επανενταχθούν στην κοινωνία - ακόμη και οι απλοϊκοί άνθρωποι με περιορισμένες ικανότητες. Ασφαλώς, πολλοί απ' αυτούς χρειάζονται ιατρική περίθαλψη, αλλά ΟΛΟΙ ΤΟΥΣ χρειάζονται ανθρώπινη βοήθεια και ψυχική συμπαράσταση.
Σ΄αυτόν τον τομέα, τα περισσότερα κράτη είναι είτε υποτυπωδώς μόνο παρόντα...είτε απόντα. Αναπότρεπτη επομένως γίνεται η ανάγκη Εθελοντικής Προσφοράς, Κατανόησης και Παρέμβασης του Πολίτη, θαλπωρής και στοργής στο Συνάνθρωπο. ΄Οπως στην αιμοδοσία και τη δωρεά οργάνων του σώματος και μυελού των οστών, έτσι και στην αναπηρία και τις ψυχικές διαταραχές, ο Συμπολίτης είναι αναντικατάστατος και ο Εθελοντισμός σωτήριος...
Αυτοί είναι οι λόγοι για τους οποίους επικεντρώνουμε απόψε την προσοχή μας ειδικότερα στην Κοινωνική Αλληλεγγύη.
Βέβαια, το μεγάλο ερώτημα που τίθεται, είναι με ποιούς τρόπους μπορεί ο Εθελοντισμός να ενθαρρυνθεί και να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι αλλά, στις σύγχρονες και δημοκρατικές χώρες, η Κοινωνία Πολιτών αποτελεί όλο και συχνότερα την πιο πειστική απάντηση.
΄Οπως είναι γνωστό, η Κοινωνία Πολιτών αναφέρεται στις οργανωμένες ομάδες ενεργών πολιτών που επιδιώκουν, από κοινού, την επίτευξη ενός κοινωφελούς σκοπού της επιλογής τους. Οι ομάδες αυτές - οι οποίες είναι σήμερα γνωστές ως "Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις" (ή NGOs, κατά τη διεθνή ορολογία) - εκτελούν έργο εθελοντικό και είναι ανεξάρτητες τόσο από ιδιωτικά ή κομματικά συμφέροντα όσο και από ιδεολογικές τοποθετήσεις.
Παρά ταύτα, ενώ διαθέτουν συχνά εξαίρετη στελέχωση, με όραμα και με ψυχή, στερούνται συνήθως των αντικειμενικών προϋποθέσεων για να προβάλουν πειστικά το σκοπό τους και να προωθήσουν το έργο τους: Πόσους φίλους και συνεργάτες μπορούν να βρουν, πόσους υποστηρικτές, ποιούς πόρους και ποιά δικτύωση;
Η κάθε μία από αυτές τις ανεπάρκειες αποτελεί εμπόδιο στην αποτελεσματικότητα της δράσης τους. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο η Επιχειρηματική Κοινότητα, χωρίς να αναλάβει την ευθύνη του έργου, μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά για την Κοινωνία Πολιτών.
Επιθυμώ να διευκρινίσω ότι δεν αναφέρομαι εδώ στις επιχειρηματικές χορηγίες, τα δημοφιλή "sponsorships" - που αποτελούν σαφή μορφή προβολής και διαφήμισης. Αναφέρομαι στη συμπαράσταση και ενίσχυση του έργου των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. Το ζητούμενο δεν είναι απλά κάποια παροχή στην Ομάδα, αλλά η μεγιστοποίηση του οφέλους για τον επιδιωκόμενο σκοπό της.
Αφού λοιπόν μια επιχείρηση - βιομηχανική, εμπορική, δημοσιογραφική ή άλλη - επιλέξει κατ'αρχήν τον τομέα και, στη συνέχεια, τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που επιθυμεί να στηρίξει, μπορεί σχετικά άνετα και ανέξοδα να παρέχει τεχνογνωσία ή να παραχωρεί τεχνικά μέσα για κάποιο έργο ή ακόμη να προβάλλει και να προωθεί τη δράση της Ομάδας.
Εκείνο όμως που ενέχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία είναι η αξιοποίηση των στελεχών και ή ένταξη του προσωπικού της επιχείρησης στο όραμα και το σκοπό της Ομάδας. Έχουμε συχνά διαπιστώσει ότι οι εργαζόμενοι εντάσσονται πρόθυμα σε τέτοιες πρωτοβουλίες εθελοντικής προσφοράς στα κοινά, με προφανή τα ευρύτερα οφέλη για την Κοινωνία.
Ίσως μερικοί διερωτηθούν: Είναι δουλειά του επιχειρηματία να προβληματίζεται με τα δικαιώματα των μεταναστών, τη διαρθρωτική ανεργία ή τα διάφορα κοινωνικά προβλήματα της χώρας; Έχει το χρόνο - αλλά και τις απαιτούμενες γνώσεις - για να ασχοληθεί σοβαρά με τέτοια θέματα; Στη σημερινή διεθνοποιημένη οικονομία, με το σκληρό ανταγωνισμό, όπου εκατό σημαντικοί παράγοντες απαιτούν την αμέριστη σκέψη και προσοχή του, είναι δυνατό, είναι σωστό να διασπάται η επιχειρηματική του προσπάθεια με θέματα ξένα προς την επιχείρηση και ίσως-ίσως με αμφίβολη αποτελεσματικότητα ;
Σ' αυτή την εύλογη απορία, θα απαντούσα ως εξής : Στο σημερινό κόσμο, που μεταβάλλεται συνεχώς και με ταχείς ρυθμούς, η λειτουργία μιας επιχείρησης μέσα στα πλαίσια του Νόμου με αποκλειστικό σκοπό την κερδοφορία, δεν αρκεί. Ο λόγος είναι ότι ο Νομοθέτης αργεί να προσαρμοσθεί στις συχνές αλλαγές των πραγματικών συνθηκών, να θεσπίσει τις αναγκαίες αρχές για τις νέες εξελίξεις και να ξεχωρίσει το αποδεκτό από το απαράδεκτο. Οπότε η Κοινωνία συχνά προηγείται του Νομοθέτη, με νέες αντιλήψεις για το επιθυμητό και το ανεπιθύμητο. Αυτές δε οι αντιλήψεις της Κοινωνίας συχνά εκφράζονται έντονα, ακόμη και δυναμικά, όπως τις ζούμε τα τελευταία χρόνια με τα θέματα της Παγκοσμιοποίησης.
Τα καθημερινά προβλήματα αποκτούν ήδη τέτοιες διαστάσεις ώστε, για την αντιμετώπισή τους, να απαιτείται πια η συνεργασία όλων των δυνάμεων της Κοινωνίας. Και η επιχειρηματική κοινότητα, που θεωρείται από τους πιο δημιουργικούς και αποτελεσματικούς συντελεστές αυτής της Οικουμενικής Κοινωνίας, οφείλει να συμβάλει με ουσιαστική συμμετοχή στη συλλογική προσπάθεια. Το όραμα της Αειφόρου Ανάπτυξης δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα χωρίς Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι η επιχείρηση να ενσωματώσει, στις αξίες της και στο επιχειρηματικό της όραμα, την ευρύτερη έννοια της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης - ακριβώς όπως έχουν ήδη περιληφθεί τα δικαιώματα του εργαζόμενου και η προστασία του Περιβάλλοντος.
Σήμερα το θέμα αυτό αποτελεί σύσταση των Ηνωμένων Εθνών και όλων των μεγάλων διεθνών οργανισμών. Αύριο, ασφαλώς, θα αποτελεί απαίτηση της Κοινωνίας. Ακριβώς δε γι' αυτό το λόγο, στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση ανακηρύχθηκε το 2005 ως έτος της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης.
Κυρίες και Κύριοι,
Αυτές οι ιδέες έχουν ήδη κερδίσει έδαφος, σε μεγάλη έκταση, σε πολλές χώρες. Γι αυτό το λόγο, είμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς που φιλοξενούμε απόψε, σ' αυτή την αίθουσα, δύο διακεκριμένες προσωπικότητες διεθνούς κύρους, που έχουν κάνει βίωμα και πράξη αυτό το όραμα - και μάλιστα με διεθνή εμβέλεια - ο καθένας με τον τρόπο του και στο δικό του χώρο. Αναφέρομαι στο Μακαριότατο Αναστάσιο, Αρχιεπίσκοπο Τιράνων, Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας και στην Πρόεδρο Κα Mary Robinson, μέχρι προ ημερών Ύπατη Αρμοστή του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και, παλιότερα, Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας.
Θα χαρούμε να τους ακούσουμε.